A Familia - Η Οικογένεια

m f
Pai πατέρας Mãe μητέρα
Filho γυιός Filha κόρη
Marido/Esposo άνδρας/σύζυγος Mulher/Esposa γυναίκα/σύζυγος
Irmão αδελφός Irmã αδελφή
Avô παππούς Avó γιαγιά
Neto εγγονός Neta εγγονή
Tio θείος Tia θεία
Sobrinho ανεψιός Sobrinha ανεψιά
Primo εξάδελφος Prima εξαδέλφη
Sogro πεθερός Sogra πεθερά
Genro γαμπρός Nora νύφη
Cunhado γαμπρός Cunhada νύφη

Substantivo

editar

εγγονή (engoní) substantivo feminino

  1. neta