χαιρετισμός

Substantivo

editar

χαιρετισμός masculino

  1. saudação
  2. cumprimento
  3. (militar) continência

Fraseologia

editar
  • τα χαιρετίσματά μου: Meus cumprimentos!
" Demótico - Subst. Masc. em -ός, -ού"
Singular Plural
Casos Nominativo χαιρετισμός χαιρετισμοί
Genitivo χαιρετισμού χαιρετισμών
Acusativo χαιρετισμό χαιρετισμούς
Vocativo χαιρετισμέ χαιρετισμοί